Η ΕΣΕΕ με επιστολή της στον υπουργό Οικονομικών  ζητά την εξαίρεση του Λιανεμπορίου από τα νέα τεκμήρια φορολόγησης

Η ΕΣΕΕ με επιστολή της στον υπουργό Οικονομικών ζητά την εξαίρεση του Λιανεμπορίου από τα νέα τεκμήρια φορολόγησης

Την εξαίρεση του Λιανεμπορίου από τα νέα τεκμήρια φορολόγησης των ελεύθερων
επαγγελματιών ζητά η ΕΣΕΕ με Επιστολή της στην ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών,
με την οποία καταρρίπτει το έωλο σκεπτικό της επίμαχης διάταξης.
Σε συνάντησή του χθες Δευτέρα 6 Νοεμβρίου με τον Υφ. Οικονομικών κ. Χάρη Θεοχάρη
ο Πρόεδρος της Συνομοσπονδίας κ. Γιώργος Καρανίκας υπογράμμισε πως η αυθαίρετη
κατηγορία ότι Έλληνες Έμποροι είναι «εκ συστήματος φοροφυγάδες» δεν είναι αποδεκτή.
Θίγει την τιμή και την υπόληψη ολόκληρου του εμπορικού κλάδου και «προσκρούει» στη
πραγματική εικόνα του Λιανικού Εμπορίου της ψηφιακής εποχής: Η εκτεταμένη χρήση των
ηλεκτρονικών συναλλαγών, των χρεωστικών και πιστωτικών καρτών, του pos και του
mydata και η διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τη φορολογική διοίκηση καθιστούν τη
λειτουργία των εμπορικών επιχειρήσεων απολύτως διάφανη και ελεγχόμενη ανά πάσα
στιγμή.
Ο κύριος Καρανίκας ανέδειξε το «φορολογικό παράδοξο» της επίμαχης διάταξης: Ενώ
αιφνιδιαστικά οι αυτοαπασχολούμενοι έμποροι τιμωρούνται οριζόντια ως φοροφυγάδες,
στην Λίστα με τα θεωρούμενα ως τα πιο «ύποπτα» για φοροδιαφυγή επαγγέλματα, που η
ίδια η κυβέρνηση έχει θεσπίσει με νόμο από το 2021, ΔΕΝ περιλαμβάνεται το λιανικό
εμπόριο. Γι’ αυτό οι αποδείξεις σε εμπορικό κατάστημα που εκδίδονται μέσω ηλεκτρονικών
συναλλαγών δεν πριμοδοτούνται με έξτρα έκπτωση φόρου, όπως ισχύει για τα επαγγέλματα της εν λόγω Λίστας.

Ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ σημείωσε πως είναι απολύτως λογικό να υπάρχουν χιλιάδες μικρές
εμπορικές επιχειρήσεις με πολύ χαμηλά ετήσια καθαρά έσοδα μετά την πανδημία, στην
ελληνική αγορά των πολλών «ταχυτήτων» και των μεγάλων ανισοτήτων. Υπενθύμισε πως
το εισόδημα των καταναλωτών έχει μειωθεί και μετατοπίζεται συνεχώς, από κλάδους όπως
η ένδυση/υπόδηση και τα έπιπλα, προς τα βασικά είδη διατροφής, ενισχύοντας τους τζίρους
των σουπερμάρκετ.
Ήδη από την περασμένη Άνοιξη η Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου του ΙΝΕΜΥ –
ΕΣΕΕ είχε αναδείξει την τριπλή παγίδα για τα έσοδα των Μμε του Εμπορίου: Μειωμένες
πωλήσεις, αυξημένο λειτουργικό κόστος και εύθραυστο χρέος, σε περιβάλλον ενεργειακής
κρίσης, υψηλών επιτοκίων και αδυναμίας πρόσβασης στην χρηματοδότηση.

Επισυνάπτεται το κείμενο της επιστολής: 

Προς
Υπουργό Εθνικής Οικονομίας & Οικονομικών,
κ. Κωστή Χατζηδάκη
——————————————————–
Κοιν: Υφυπουργό Εθνικής Οικονομίας & Οικονομικών κ. Χάρη Θεοχάρη
Θέμα: Εξαίρεση του Λιανικού εμπορίου (ΚΑΔ 47) από το νέο σύστημα
φορολόγησης των Ελεύθερων Επαγγελματιών.

Κύριε Υπουργέ,
Η δραστική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, βασικό προαπαιτούμενο
διασφάλισης του υγιούς ανταγωνισμού, αποτελεί αδιαμφισβήτητη βούληση των
φορέων της αγοράς. Εντούτοις, τα δημοσιευθέντα σημεία του επικείμενου
σχεδίου νόμου που τροποποιούν τον υφιστάμενο πλαίσιο φορολόγησης των
ελεύθερων επαγγελματιών, κινούνται στην αντίθετη από την επιθυμητή
κατεύθυνση. Κι αυτό γιατί πρόκειται στην ουσία για έναν καθόλα άδικο κεφαλικό
φόρο, ο οποίος θα επιβληθεί επί δικαίους και αδίκους. Οι αυτοαπασχολούμενοι
του Λιανικού εμπορίου έχουν αποδείξει τη διαχρονική τους συνέπεια και
φερεγγυότητα απέναντι στη φορολογική διοίκηση, γεγονός που αποδεικνύεται –
μεταξύ άλλων – και από τη μη συμπερίληψή του (ΚΑΔ 47) στις 20 κατηγορίες
επαγγελμάτων όπου η συλλογή αποδείξεων επιβραβεύεται με έκπτωση του
βεβαιούμενου φόρου εισοδήματος (Ν. 4876/2021, άρθρο 50 – τροποποίηση
ΚΦΕ).
Η απογοήτευση και ο προβληματισμός του εμπορικού κόσμου εντείνεται ακόμη
περισσότερο, εξαιτίας του ανυπόστατου στιγματισμού του ως κλάδου έντονης
φοροδιαφυγής, όταν η έμπρακτη στάση του καταδεικνύει ακριβώς το αντίθετο.
Το Λιανικό εμπόριο αποδέχθηκε εξ’ αρχής την υποχρεωτική χρήση POS, παρά το

2
ιδιαίτερο υψηλό κόστος προμήθειάς τους αλλά και τις υπερβολικές τραπεζικές
χρεώσεις. Αλλά και η πλήρης εναρμόνιση με τις υποχρεώσεις των ηλεκτρονικών
βιβλίων/”MyData”, κρίθηκε ως βασική προϋπόθεση μετάβασης στη νέα ψηφιακή
εποχή και ως εκ τούτου το συνεπαγόμενο κόστος, άμεσο και έμμεσο, τέθηκε σε
δεύτερη μοίρα. Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την επικείμενη διασύνδεση
των ταμειακών μηχανών με τα POS, την υποχρεωτική αναγραφή QR code στις
αποδείξεις λιανικής αλλά και την άμεση εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας
εργασίας δημιουργούν ένα πλέγμα πολύπλοκων ελεγκτικών διαδικασιών και
διασταυρώσεων που είναι αδύνατον να παρακαμφθεί. Γεννάται λοιπόν η εύλογη
απορία γιατί οι Ατομικές επιχειρήσεις του Λιανικού εμπορίου πρέπει, πέραν όλων
των παραπάνω – κι ενώ οι ιδιοκτήτες τους ως φυσικά πρόσωπα εμπίπτουν επί
σειρά ετών και σε πληθώρα περιπτώσεων στις παρωχημένες και διαστρεβλωτικές
διατάξεις των τεκμηρίων διαβίωσης – να υποβληθούν σε μία δεύτερη δοκιμασία
φορολόγησης επί μη πραγματικών αλλά τεκμαρτών εισοδημάτων.
Πιστεύουμε πως, επί τη βάσει των ανωτέρω, είναι απολύτως απαραίτητη η
επαναξιολόγηση από μέρους σας της επίμαχης ρύθμισης, ώστε το νέο σύστημα
φορολόγησης που διαμορφώνετε, μαζί με τις πολλές, θετικές κατά κοινή
ομολογία, ρυθμίσεις στην κατεύθυνση της πλήρους ψηφιοποίησης των
συναλλαγών και των φορολογικών ελέγχων που περιλαμβάνονται στο
προωθούμενο νομοσχέδιο, να συμβάλλουν συνολικά στην πολυπόθητη
φορολογική δικαιοσύνη και ισονομία. Συνεπώς, η ρητή εξαίρεση των περίπου 95
χιλιάδων Αυτοαπασχολουμένων/Ατομικών επιχειρήσεων του Λιανικού Εμπορίου
(ΚΑΔ 47), ο αριθμός των οποίων έχει συρρικνωθεί κατά 48,1% σε σχέση με το
2004, συνιστά τη μοναδική βιώσιμη λύση και έμπρακτη επιβράβευση του κλάδου
αιμοδότη, σε όρους απασχόλησης και ΑΕΠ, της ελληνικής οικονομίας.
Παραμένουμε στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε διευκρίνιση.

Με εκτίμηση,

Ο Πρόεδρος Γεώργιος Καρανίκας

Ο Γεν.Γραμματέας Νικόλαος Μπόνης

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
Μοιραστείτε τό