Ομιλία του Ευριπίδη Στυλιανίδη με θέμα “Υπάρχει δίκαιη λύση;”, σε Συνέδριο του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου
Σε συνέδριο που διοργάνωσε στην Λευκωσία, το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου,
για τα 50 χρόνια παράνομης εισβολής και κατοχής της Τουρκίας στην Κύπρο, μίλησε,
ο Βουλευτής Ροδόπης της Νέας Δημοκρατίας και Αναπληρωτής Καθηγητής
Συνταγματικού Δικαίου, Ευριπίδης Στυλιανίδης.
Το συνέδριο χαιρέτησε ο Αρχιεπίσκοπος της Κύπρου, εκπρόσωπος του προέδρου της
Κυπριακής Δημοκρατίας και πολλοί επιφανείς διεθνολόγοι από την Ελλάδα και την
Κύπρο. Ιδιαίτερη εντύπωση έκανε η μεγάλη συμμετοχή των φοιτητών. Οι
παρεμβάσεις των ειδικών αναμεταδόθηκαν διακαναλικά από τα κυπριακά δίκτυα.
Αίσθηση έκανε η παρέμβαση του Βουλευτή Ροδόπης και πρώην Υπουργού, η οποία
ξέφυγε από τα τετριμμένα δίνοντας μια άλλη διάσταση, μιας δίκαιης λύσης,
απολύτως συμβατής με το διεθνές δίκαιο, αλλά κυρίως το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Ακολουθεί το συνολικό κείμενο της παρέμβασης :
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ, 15.11.2024 :
«50 ΧΡΟΝΙΑ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΕΙΣΒΟΛΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: ΥΠΑΡΧΕΙ
ΔΙΚΑΙΗ ΛΥΣΗ;»
Του Δρ. Ευριπίδη Στ. Στυλιανίδη
Βουλευτή Ροδόπης Νέας Δημοκρατίας – Πρώην Υπουργού,
Αναπληρωτή Καθηγητή Νομικής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου,
Εκπροσώπου της Ελλάδας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης
Μακαριώτατε,
Κύριε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας,
Κυρίες και κύριοι,
Όταν κατάγεσαι από τη Θράκη και πολύ περισσότερο, όταν την εκπροσωπείς για πάνω
από 20 χρόνια στην Ελληνική Κυβέρνηση και στο Εθνικό Κοινοβούλιο…
Όταν προέρχεσαι από προσφυγική οικογένεια που δύο φορές έχασε την ιδιαίτερη
πατρίδα της στην Ανατολική Θράκη, αλλά ξανά ξεκίνησε τη ζωή με αυτοπεποίθηση,
δύναμη και πίστη στο Θεό και την Ελλάδα…
Όταν μεγάλωσες σε ένα διαπολιτισμικό περιβάλλον, όπου έμαθες όχι να μισείς τους
αλλόθρησκους διώκτες σου, αλλά να σέβεσαι το διαφορετικό και να συνυπάρχεις με
άλλες θρησκείες, διαφορετικές γλώσσες και διαφορετικούς πολιτισμούς…
Όταν έχεις νιώσει κατ’ επανάληψη την περιφρόνηση, την υποκρισία και την αδιαφορία
του εθνικού κέντρου σε σημαντικά ζητήματα…
…Τότε είναι βέβαιο ότι μπορείς να καταλάβεις καλύτερα, να συναισθανθείς τον πόνο
και να πιστέψεις στην δύναμη και στην αξία του Κυπριακού Ελληνισμού.
Η Κύπρος και η Θράκη είναι αδελφές. Είναι διαχρονικά συγκοινωνούντα δοχεία. Είναι
τα δύο γεωγραφικά άκρα του Ελληνισμού που οι εξελίξεις στο ένα, επηρεάζουν
καταλυτικά την κατάσταση στο άλλο. Έζησαν και οι δύο μακροχρόνιες κατοχές, πόλεμο,
διχασμούς, θυσίες, προσφυγιά και περιφρόνηση.
Θράκες πολέμησαν κατά την παράνομη Τουρκική εισβολή το 1973-74 και κάποιοι
έχασαν τη ζωή τους στην Κύπρο. Η Θράκη, η ιδιαίτερη μου πατρίδα, ήταν η πρώτη που
υποδέχθηκε Κυπρίους αδελφούς από τα κατεχόμενα που δημιούργησαν μια ισχυρή και
ακμάζουσα μέχρι σήμερα Κυπριακή κοινότητα στη Ροδόπη.
Αντιστρόφως είναι πολλά Θρακιωτόπουλα που συνειδητά επιλέγουν σήμερα να
σπουδάσουν και αρκετοί να ζήσουν στη Μεγαλόνησο, κάτι που συντηρεί και γιγαντώνει
ακόμη περισσότερο την ούτως ή άλλως ισχυρή ιστορική σχέση Θρακών και Κυπρίων
Ελλήνων Ακριτών.
Όλα αυτά τα στοιχεία φορτίζουν επιπρόσθετα συναισθηματικά, ιστορικά και πολιτικά τη
σημερινή μου προσέγγιση στο θέμα που καλούμαι να σχολιάσω για τα 50 χρόνια
παράνομης Τουρκικής εισβολής και κατοχής στην Κύπρο μας.
Ο Ελληνισμός γέννησε μεγάλους ΗΡΩΕΣ που με τη θυσία τους φώτισαν τα μονοπάτια
της νέας γενιάς προς το μέλλον. Γέννησε όμως και προδότες που ιεράρχησαν συνειδητά
ή ασυνείδητα το προσωπικό τους συμφέρον και τη ματαιοδοξία τους πάνω από την
αγάπη προς την Πατρίδα και την πίστη στη διαχρονική δύναμη του Ελληνισμού και του
πολιτισμού που αυτός εκφράζει επί αιώνες.
Αυτό το γνωρίζουν καλύτερα από όλους, τόσο η Θράκη, η Μεγάλη Γη, όσο και η
μαρτυρική Κύπρος, η αιώνια ανυπότακτη Μεγαλόνησος. Και ακριβώς επειδή το
γνωρίζουν καλά, γι’ αυτό Κύπριοι και Θράκες συνεχίζουν να αγωνίζονται ασταμάτητα
για Λευτεριά και Δικαιοσύνη, όπως ακριβώς έπραξε στην ιστορική μας παράδοση ο
Διγενής Ακρίτας.
Εμείς γνωρίζουμε καλά ότι τα μεγάλα ζητήματα στην εξωτερική πολιτική, όπως η
παράνομη εισβολή και κατοχή της Κύπρου από τους Τούρκους, δεν μπορούν ποτέ να
μετεξελιχθούν σε τρέχουσες διμερείς ή πολυμερείς διαφορές, γιατί έχουν ποτίσει με
τόνους Ελληνικού αίματος αυτή τη γη, έχουν βιάσει την ιστορία, έχουν καταπατήσει το
διεθνές δίκαιο, έχουν εξευτελίσει διαχρονικά το κύρος του ΟΗΕ αγνοώντας
συστηματικά τις αποφάσεις και τα ψηφίσματα του.
Εμείς από τη Θράκη που σκλαβώθηκε 100 χρόνια πριν από την υπόλοιπη Ελλάδα και
απελευθερώθηκε 100 χρόνια μετά, δηλαδή έμεινε σκλαβωμένη 600 και όχι 400 χρόνια,
όπως η άλλη Ελλάδα, γνωρίζουμε καλά ότι τα μεγάλα θέματα της ιστορίας δεν λύνονται
με το βλέμμα στραμμένο στις επόμενες εκλογές, αλλά στις επόμενες γενιές.
Σημασία έχει η ξεκάθαρη Στρατηγική, η Εθνική Ενότητα, η επιμονή σε μια δίκαιη λύση
και η έξυπνη διπλωματία που ξέρει να ενισχύει τις διεθνείς συμμαχίες, να
εκμεταλλεύεται τις ιστορικές ευκαιρίες και να τολμά επιθετικές προσεγγίσεις που μπορεί
να ταυτίσουν τα συμφέροντα των ισχυρών με τα δικά μας Δίκαια.
Ελλάδα και Κύπρος εδώ και πολλά χρόνια επιμένουν από κοινού σε μία «Διζωνική,
Δικοινοτική Ομοσπονδία με μία Εθνική Κυριαρχία και μία Διεθνή Προσωπικότητα»
που στο πλαίσιο του ΟΗΕ εμφανίζεται ως «Δίκαιη και Βιώσιμη Λύση».
Η λύση αυτή θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί «βιώσιμη» υπό την έννοια ενός
επώδυνου συμβιβασμού μετά την παράνομη Τουρκική εισβολή και κατοχή, μετά
τον απαράδεκτο εποικισμό που κατά το διεθνές δίκαιο σε πολλές περιπτώσεις έχει
χαρακτηριστεί ως μορφή γενοκτονίας, μετά όλες τις αγριότητες και τις
καταστροφές που συντελέστηκαν και συνεχίζουν να συντελούνται σε βάρος των
ανθρώπων και της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Σε καμία όμως περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί «δίκαιη λύση», διότι είναι
απολύτως αντίθετη σε κάθε κανόνα διεθνούς δικαίου, σε κάθε σχετική απόφαση
των ΗΕ καθώς και σε κάθε αρχή και αξία της ΕΕ και του Συμβουλίου της
Ευρώπης.
Παράλληλα φαίνεται ότι η επιμονή αυτή τόσα χρόνια, όχι μόνο δεν οδήγησε έστω σε
έναν επώδυνο συμβιβασμό, αλλά αντίθετα ενίσχυσε το θράσος της Τουρκίας που δεν
διστάζει πλέον προκειμένου να επιβάλει τον ηγεμονικό της ρόλο στην Ανατολική
Μεσόγειο να μιλά ξεδιάντροπα για δύο κράτη, με δύο κυριαρχίες και δύο διεθνείς
προσωπικότητες, να μιλούν δηλαδή ωμά και ανερυθρίαστα όχι μόνο για de facto αλλά
και για de jure ΔΙΧΟΤΟΜΗΣΗ.
Η απάντηση σύσσωμου του Ελληνισμού είναι ΟΧΙ, ΟΧΙ, ΟΧΙ….
Θέλουμε λύση. Λύση όμως που να βασίζεται στο δίκαιο, στον αλληλοσεβασμό και το
ευρωπαϊκό κεκτημένο. Λύση που να βασίζεται στις δημοκρατικές αξίες, να εγγυάται τα
ανθρώπινα δικαιώματα και να θωρακίζει την ειρήνη και τη συνεργασία όλων των
πλευρών.
Βιώσαμε πρόσφατα τον πόλεμο στην Ουκρανία και δε φοβηθήκαμε από την πρώτη
στιγμή να πάρουμε ξεκάθαρη θέση με σοβαρό κόστος κατά της εισβολής της Ρωσίας,
επειδή είχαμε στο μυαλό μας την τραγωδία της Κύπρου. Δε διστάσαμε να παγώσουμε
παραδοσιακές σχέσεις με την Ομόδοξη Ρωσία, γιατί θέλαμε να είμαστε συνεπείς στην
υποστήριξη του διεθνούς δικαίου, μια που η Κύπρος μας υπήρξε ανάλογο θύμα της
Τουρκικής αυθαιρεσίας.
Μας θυμώνει όμως η διπροσωπία μεγάλου μέρους της διεθνούς κοινότητας και κυρίως
μεγάλων δυνάμεων που ενώ τώρα σπεύδουν πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά να
συνδράμουν δυναμικά την Ουκρανία, από το 1973-74 μέχρι σήμερα παραμένουν για 50
χρόνια αδιάφοροι παρατηρητές για το Κυπριακό.
Μας θυμώνει δε, ακόμη περισσότερο το γεγονός, ότι ενώ η Ελλάδα παραμένει
προσηλωμένη στην αρχή της συμμαχικής συνέπειας, συνεχίζουν να ανέχονται τα
διπρόσωπα παιχνίδια της Τουρκικής διπλωματίας που συμπαρίσταται στην Ουκρανία
ως σύγχρονο θύμα, ξεχνώντας ότι και η ίδια έπραξε και συνεχίζει να πράττει τα ίδια
εγκλήματα έναντι της Κύπρου. Την ίδια όμως στιγμή συνεργάζεται με τη Ρωσία
εκμεταλλευόμενη την ανοχή του ΝΑΤΟ.
Δεν είναι όμως η μόνη συμπεριφορά που μας πληγώνει.
Θυμάμαι τα χρόνια που ολοκλήρωνα το διδακτορικό μου δίπλωμα στη Νομική Σχολή
του Αμβούργου της Δυτικής Γερμανίας. Επισκεπτόμασταν συχνά το τείχος του
Βερολίνου. Οι Γερμανοί φίλοι μας μας μιλούσαν με αλληλεγγύη για τις δύο διχασμένες
πρωτεύουσες της Ευρώπης, την Λευκωσία και το Βερολίνο. Πονούσαν μαζί μας και
μοιραζόντουσαν τότε την αγανάκτηση που προκαλούσε μια de facto επιβεβλημένη
διχοτόμηση με την ανοχή της διεθνούς κοινότητας.
Το Τείχος του Βερολίνου έπεσε. Ήμουν εκεί. Έχω ακόμα στα χέρια μου ένα από τα
πρώτα κομμάτια που αφαίρεσα ενώνοντας δύο κόσμους και ένα έθνος. Θυμάμαι 4
συμμαχικούς στρατούς κατοχής να αποχωρούν πανηγυρικά παρελαύνοντας και την
οικουμένη να χειροκροτεί.
Εδώ όμως στην Κύπρου, εδώ στη Λευκωσία, το Τείχος του Αίσχους, παραμένει όρθιο
και αυτοί που το έχτισαν αυθαδιάζουν ενώπιον της ίδιας διεθνούς κοινότητας μιλώντας
για δύο έθνη και δύο κράτη, χωρίς να σέβονται ούτε καν τα δικαιώματα των
Τουρκοκυπρίων, τους οποίους προφασίστηκαν ως αιτία για να επιβάλουν την ηγεμονία
τους στη περιοχή.
Ζητώ συγγνώμη που ξέφυγα από το κλισέ πλαίσιο του πολιτικά ορθού.
Βούτηξα ίσως τη γλώσσα μου περισσότερο στην καρδιά μου παρά στο μυαλό.
Και με τη λογική και το ρεαλισμό όμως να προσεγγίσω το Κυπριακό ζήτημα, φοβούμαι
ότι πάλι στα ίδια συμπεράσματα θα οδηγηθώ.
Τα κράτη δεν έχουν συναισθήματα, αλλά συμφέροντα που είτε συγκρούονται, είτε
συνασπίζονται. Αυτό μας υποχρεώνει να προσαρμοστούμε και να επενδύσουμε στις
διεθνείς συμμαχίες, στην ενίσχυση της δύναμης ανατροπής της Ελλάδας και της
Κυπριακής Δημοκρατίας και σε μία έξυπνη εθνική στρατηγική που θα ταυτίζει τα
συμφέροντα των δυνατών με τα εθνικά μας δίκαια, όπου και όταν είναι εφικτό κάτι
τέτοιο.
Δεν έχω βέβαια την ψευδαίσθηση ότι οι άλλοι θα πολεμήσουν ή θα ιδρώσουν για μας.
Η πατρίδα μας είναι αποκλειστικά δική μας υπόθεση. Αρκεί να διεκδικούμε με ενότητα
και στρατηγική και να μην τρέχουμε πίσω από τις προτάσεις των άλλων, αλλά να
διαμορφώνουμε δικές μας προτάσεις. Αρκεί να διαπραγματευόμαστε για την πατρίδα
και το έθνος μας και όχι για την πάρτη μας ή το κόμμα μας.
Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι πλέον Κράτος Μέλος της ΕΕ.
Ισχύει και γι’ αυτή το ευρωπαϊκό κεκτημένο και οι 4 βασικές του ελευθερίες.
Η ελευθερία διακίνησης προσώπων, διακίνησης κεφαλαίων, το δικαίωμα εγκατάστασης
και το δικαίωμα εργασίας.
Ισχύουν οι εγγυήσεις μιας Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και άρα η απόλυτη προστασία για
τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων των πολιτών, Τουρκοκυπρίων και Ελληνοκυπρίων.
Η εφαρμογή και μόνο του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου θα έπρεπε να είναι ταυτόσημη με τη
λύση του Κυπριακού. Θα έπρεπε να σημάνει την απομάκρυνση του τουρκικού στρατού
κατοχής, διότι είναι αδιανόητο ένα Ευρωπαϊκό Κράτος στις μέρες μας να τελεί υπό
παράνομη κατοχή από ένα υποψήφιο Κ-Μ, όπως η Τουρκία, που αυτοπροσδιορίζεται
ως «δυτική δημοκρατία».
Δεν νοείται στον 21ο αιώνα το διαρκές έγκλημα της καταπάτησης του δικαιώματος
ιδιοκτησίας των προσφύγων χωρίς κανείς να αντιδρά. Δεν χωρά στο μυαλό του
ανθρώπου ο εποικισμός που στο διεθνές δίκαιο είναι ταυτόσημος με την έννοια της
γενοκτονίας να περνά αδιάφορα μπροστά από την κρίση της διεθνούς κοινότητας, την
ώρα που θίγει περισσότερο από όλα τα δικαιώματα των ίδιων των Τουρκοκυπρίων.
Μία Δίκαιη και Βιώσιμη Λύση στο Κυπριακό μπορεί να είναι μόνο αυτή που θα
βασίζεται απόλυτα στο Ευρωπαϊκό Κεκτημένο, όπως στο Βερολίνο, που ένωσε την
Ανατολική με τη Δυτική Γερμανία, δημιούργησε μία και μόνη κρατική οντότητα,
με μία διεθνή προσωπικότητα.
Μια κοινώς αποδεκτή λύση με βαθιά εσωτερική Δημοκρατία που θα σέβεται
απόλυτα τα δικαιώματα Τουρκοκυπρίων και Ελληνοκυπρίων.
Όπως έλεγε ο Πάπας Παύλος ο VI: «Αν θέλεις ειρήνη, εργάσου προς την κατεύθυνση
της δικαιοσύνης»
Και όπως διακήρυττε ο William Penn : «Το δίκαιο παραμένει δίκαιο ακόμη κι αν όλοι
είναι εναντίον του και το άδικο παραμένει άδικο ακόμη κι αν όλοι είναι υπέρ του».