Π. Χρηστίδης: Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς είναι βασικός στόχος του ΠΑΣΟΚ

Π. Χρηστίδης: Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς είναι βασικός στόχος του ΠΑΣΟΚ

Σε μια διαφορετική συζήτηση για τους θεσμούς και την εμπιστοσύνη των πολιτών στη λειτουργία τους, τον ρόλο της Δικαιοσύνης και τις αδυναμίες της, συμμετείχε ο Παύλος Χρηστίδης, Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, ανταλλάσσοντας απόψεις με τον Υφυπουργό Δικαιοσύνης Ιωάννη Μπουγά, στο πλαίσιο του 10ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών.

Χωρίς συντονιστή, σε ένα ενδιαφέρον πλαίσιο, οι δύο βουλευτές μοιράστηκαν σκέψεις και προτάσεις για τους θεσμούς.

Παρατίθεται ολόκληρη η τοποθέτηση του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ.

Π. Χρηστίδης: Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς είναι βασικός στόχος του ΠΑΣΟΚ

Καλησπέρα σε όλες και όλους,

Θα ήθελα να ευχαριστήσω, από τη μεριά μου, το οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, διότι για 10η συνεχόμενη χρονιά, δίνει έναν πολύ διαφορετικό τόνο στον τρόπο με τον οποίο γίνονται συζητήσεις.

Μπορούν, δηλαδή, δύο βουλευτές διαφορετικών κομμάτων να κάνουν μια ήρεμη συζήτηση χωρίς να έχουν κάποιον να κρατάει τις ισορροπίες ή να κάνει τον διαιτητή ανάμεσα τους. Και νομίζω ότι αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία, διότι έχουμε ανάγκη μια πιο ήρεμη συζήτηση για το θέμα, διότι στο τέλος της ημέρας οι θεσμοί είναι αυτοί, οι οποίοι κατοχυρώνουν την προοπτική μιας χώρας.

Πρόσφατα δόθηκε βραβείο σε δύο εξαιρετικούς συγγραφείς, στον Ντάρον Ατσεμόγλου (Daron Acemoglu) και στον Τζέιμς Ρόμπινσον (James A. Robinson), ακριβώς γιατί εξήγησαν για ποιο λόγο αποτυγχάνουν τα έθνη. Κατέδειξαν ότι ο σεβασμός στους θεσμούς και στον τρόπο με τον οποίο εκείνοι λειτουργούν, ανεξαρτήτως του κόμματος ή του προσώπου το οποίο διοικεί μια χώρα, είναι εγγύηση  προόδου και ευημερίας. Και όταν λέμε “χώρα”, επειδή πολλές φορές αυτό μπορεί να μοιάζει κάτι απρόσωπο ή πολύ μακρινό, επί της ουσίας αναφερόμαστε στους πολίτες. Και μας ενδιαφέρει πολύ αυτό.

Αναφερόμαστε στην πεμπτουσία της Δημοκρατίας, στον τρόπο με τον οποίο μπορεί και πρέπει να λειτουργεί. Πρέπει να δούμε με πολύ συγκεκριμένους τρόπους τι συμβαίνει σήμερα στην ελληνική κοινωνία. Τι είναι αυτό το οποίο, μέσα σε περίπου είκοσι χρόνια, έχει στοιχίσει πολλές θέσεις αξιοπιστίας στον τρόπο με τον οποίο οι πολίτες βλέπουν τους θεσμούς να λειτουργούν. Τη θέση την οποία έχει σήμερα η Δικαιοσύνη στην αποδοχή από τους πολίτες όταν βλέπουμε ότι περίπου το 80% των Ελλήνων πολιτών δείχνει ότι δεν έχει εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη. Τι είναι αυτό το οποίο φέρνει τελικά την Ελλάδα σε μια πολύ δύσκολη θέση; Και αν είναι οι Έλληνες ή οι ελληνικές κυβερνήσεις αυτές οι οποίες είναι προβληματικές ή αν μπορούμε να κάνουμε μια σειρά πολύ μεγάλων αλλαγών ώστε να αποκαταστήσουμε αυτή τη σχέση με τους πολίτες.

Θέλω να αναφέρω κάποια νούμερα τα οποία νομίζω ότι έχουν σημασία. Ο εκτιμώμενος χρόνος που απαιτείται για την επίλυση αστικών και εμπορικών υποθέσεων, σε πρώτο βαθμό, στην πατρίδα μας είναι 746 ημέρες, κάτι περισσότερο από δύο χρόνια. Ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 282 ημέρες, περίπου το 1/3. Για μια τελεσίδικη απόφαση απαιτούνται 1400 ημέρες, περίπου 4,5 χρόνια. Ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 455 ημέρες, επίσης το 1/3. Δεν το συζητάμε αυτό για υποθέσεις που είναι εξαιρετικά μεγάλης σημασίας, όπως είναι η υπόθεση στη Μάνδρα, στο Μάτι ή όπως άλλες υποθέσεις οι οποίες μας απασχολούν και τρέχουν σε δεύτερο βαθμό πολλά χρόνια τώρα. Επομένως, εδώ είναι σαφές ότι υπάρχει ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα. Σε αντίθεση με αυτό το οποίο κάποιοι μπορεί να έλεγαν, θέλω να πω ότι η Ελλάδα δεν είναι μία από τις χώρες που στερούνται δικαστών. Ίσα ίσα έχουμε πολλούς δικαστές και επίσης από το 2012 μέχρι και σήμερα έχουμε αύξηση και στον κλάδο των δικηγόρων. Τι είναι, όμως, αυτό που καθυστερεί τη Δικαιοσύνη στην απόδοσή της;

Ακόμη, ενώ κατά μέσο όρο στις χώρες του Συμβουλίου της Ευρώπης αντιστοιχούν 3,1 υπάλληλοι ανά δικαστή, στο Συμβούλιο της Επικρατείας στην πατρίδα μας ο αντίστοιχος αριθμός είναι 0,5, μισός δηλαδή υπάλληλος ανά δικαστή. Δεν μπορεί ο δικαστής να κάνει με σωστό τρόπο τη δουλειά του με λίγα λόγια. Και προφανώς υπάρχουν και μια σειρά από επιμέρους αστοχίες. Χαρακτηριστικότερο ενδεχομένως παράδειγμα είναι ότι ενώ έχουμε πάρα πολλούς δικαστές, ο δικαστικός χάρτης δεν είναι διαμορφωμένος με τέτοιο τρόπο ώστε μαζεύονται πάρα πολλοί δικαστές στο Πρωτοδικείο της Αθήνας.

Υπάρχει, δε, μια έρευνα της Παγκόσμιας Τράπεζας με τίτλο “Doing Business” που δημοσιεύτηκε, πριν από λίγα χρόνια και δείχνει ότι η Ελλάδα κατέχει την 146η θέση στον τρόπο με τον οποίο υλοποιεί συμβάσεις και αυτό δημιουργεί τεράστια ζητήματα και στον κλάδο της επιχειρηματικότητας, της ιδιωτικής οικονομίας, της παραγωγής. Είναι στοιχεία τα οποία μας απασχολούν όλους.

Η πίστη στους θεσμούς δεν διαμορφώνεται μέσα σε ένα χρόνο ή μέσα σε μια πενταετία. Τα χρόνια της μεταπολίτευσης κάναμε πολύ μεγάλη προσπάθεια ώστε ειδικά η Δικαιοσύνη να είναι το αποκούμπι του πιο αδύναμου, του μη προνομιούχου Έλληνα. Επομένως, πρέπει να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας και αυτό πρέπει να είναι μια κοινή δέσμευση, να επιχειρήσουμε να διορθώσουμε τις παθογένειες. Και εδώ είμαστε για να συζητήσουμε και τέτοιου είδους προτάσεις, πως δηλαδή θα αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα.

Έχω τη χαρά να εκπροσωπώ ένα κόμμα, το οποίο στην πάροδο της μεταπολίτευσης έχει κάνει σημαντικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε η Δικαιοσύνη και επένδυσε στην ανεξαρτησία της και την αποκομματικοποίηση της, σαράντα χρόνια μετά τους πρώτους νόμους του ΠΑΣΟΚ. Τι σημαίνει αυτό, ότι έχουν πάει όλα καλά στο κομμάτι της Δικαιοσύνης; Όχι, ίσα ίσα, πρέπει να γίνουν πολλά περισσότερα. Το πρώτο, το οποίο πρέπει να κρατήσουμε και μπροστά στη συνταγματική αναθεώρηση είναι η πραγματική ανεξαρτησία στον τρόπο επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης. Πρέπει να φύγει το υπουργικό συμβούλιο από τη μέση, έτσι ώστε να ξέρουμε ότι σίγουρα δεν επηρεάζεται η εκάστοτε ηγεσία της Δικαιοσύνης από οποιοδήποτε κόμμα και τα συμφέροντα τα οποία εκπροσωπεί.

Δεύτερον, πρέπει να ενισχύσουμε ακόμα περισσότερο τη διαδικασία των εξωδικαστικών λύσεων. Είναι κρίσιμο και για το κομμάτι της ταχύτητας απόδοσης Δικαιοσύνης. Είναι πολύ κρίσιμο και για το κομμάτι των επενδύσεων που μας ενδιαφέρει να γίνουν στην πατρίδα μας, της παραγωγικότητας που θέλουμε να έχουμε. Γιατί η Δικαιοσύνη ήταν για πάρα πολλά χρόνια αιτία καθυστέρησης της υλοποίησης πολλών επενδύσεων. Το αντιμετωπίσαμε αυτό με fast track διαδικασίες την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων.

Με αφορμή όσα είναι στη δημόσια σφαίρα, είναι κρίσιμο να προστατεύσουμε και το κύρος της Δικαιοσύνης, τον ρόλο της. Πρώτα απ’ όλα το κύρος της Δικαιοσύνης πρέπει να το προστατεύσουν οι ίδιοι οι εκπρόσωποι της Δικαιοσύνης. Πιστεύω ότι θα ήταν καλό να γίνονται λιγότερες παρεμβάσεις από όσους εκφράζουν θεσμικά τη Δικαιοσύνη. “Οι δικαστές μιλάνε κυρίως με τις αποφάσεις τους“, έλεγε συγκεκριμένα ο Σταύρος Τσακυράκης. Και αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να το κρατήσουμε, διότι βλέπουμε όλο το τελευταίο χρονικό διάστημα, ειδικά με την υπόθεση των Τεμπών, να μπαίνουμε σε μία αντιπαράθεση η οποία δημιουργεί πολύ μεγαλύτερη σύγχυση και μπέρδεμα από ό, τι ξεδιαλύνει. Και σε επίπεδο πραγματογνωμόνων, και σε επίπεδο δικηγόρων και σε επίπεδο δικαστών και σε επίπεδο συνολικά της εικόνας που διαμορφώνεται και φυσικά του πολιτικού συστήματος.

Εν κατακλείδι, χρειάζεται, πρώτον, αυτοέλεγχος των εκπροσώπων σε πολύ μεγάλο επίπεδο. Δεύτερον, χρειάζεται το πολιτικό σύστημα να μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας. Η γλώσσα της αλήθειας είναι ότι στον χώρο της Δικαιοσύνης χρειάζονται θεσμικές αλλαγές. Και η συζήτηση δεν μπορεί να γίνει την τελευταία στιγμή με όρους κατεπείγοντος, εν’ όψει συνταγματικής αναθεώρησης, αλλά πρέπει να ανοίξει από τώρα. Και τρίτον, πρέπει να αντιληφθούμε ότι η Δικαιοσύνη είναι αυτό το οποίο αποδίδεται μέσα στο δικαστήριο, αλλά είναι και κάτι το οποίο πρέπει να εκφράζεται συνολικά στον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζονται οι δικαστικές αποφάσεις. Επομένως, ο σεβασμός σε αυτές είναι κάτι που ξεκινά από την ώρα που κατατίθεται το δικόγραφο, την ώρα που αποφασίζει ο δικαστής, αλλά και όταν εφαρμόζεται η απόφαση. Και γι’ αυτό λέμε ότι η Δικαιοσύνη είναι η βάση της κοινωνικής ειρήνης και ισορροπίας. Είναι κρίσιμο να σκεφτούμε ότι χωρίς εκείνη δεν υπάρχει κοινωνική ειρήνη και δεν θέλουμε να επιστρέψουμε σε συνθήκες ζούγκλας. Θέλουμε να αποδίδεται Δικαιοσύνη σε όλες τις υποθέσεις και ο σεβασμός που νιώθουμε να προκύπτει και μέσα από τις δικαστικές αποφάσεις.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
Μοιραστείτε τό