Συρία: Η πτώση του Άσαντ, οι αντάρτες του Αλ Τζουλάνι, η Ρωσία και το παιχνίδι της Τουρκίας
Οι δυνάμεις των ανταρτών – ένα μείγμα τζιχαντιστών, εθνικιστών και διωκόμενων του καθεστώτος Άσαντ, κατέλαβαν τη Δαμασκό, σε μία εξέλιξη που δεν πυροδότησε αιματοχυσία, αλλά εορτασμούς στον καταπιεσμένο πληθυσμό. Προκαλεί όμως και εντεινόμενη ανησυχία για το πώς η διάλυση του καθεστώτος θα επηρεάσει την περιοχή. Το βασικό ερώτημα που μένει να απαντηθεί. Τώρα που δημιουργείται ένα κενό εξουσίας, ποιος θα κάνει κουμάντο; Ο Αλ Τζουλάνι, ο Ερντογάν ή άλλες εξωτερικές δυνάμεις;
Ας δούμε τι έχει γίνει. Οι αντάρτες εισέβαλαν στη Δαμασκό κατά τη διάρκεια της νύχτας, λίγο περισσότερο από μία εβδομάδα μετά την έναρξη μιας εκστρατείας που κατέλαβε τις μεγαλύτερες πόλεις της Συρίας με αστραπιαία ταχύτητα. Ο Άσαντ διέφυγε νωρίς την Κυριακή, σύμφωνα με δύο Σύρους αξιωματούχους ασφαλείας.
Η κυβέρνηση είχε επιβιώσει πάνω από μία δεκαετία εμφυλίου πολέμου και οικονομικής κρίσης, αλλά οι δυνάμεις της κατέρρευσαν υπό την πίεση των ταχέων προελάσεων από διάφορες ομάδες ανταρτών που πλησίαζαν από τον βορρά, τον νότο και την ανατολή.
Ένα κουβάρι από αλληλένδετες συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή
Οι μάχες ήταν η τελευταία δραματική εξέλιξη σε μια σειρά αλληλένδετων συγκρούσεων που έχουν ανάψει φωτιές στη Μέση Ανατολή για περισσότερο από έναν χρόνο. Όλα ξεκίνησαν από την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, στο νότιο Ισραήλ, που πυροδότησε τον πόλεμο στη Γάζα και εξαπλώθηκε στον Λίβανο, αλλά και έφερε απευθείας επιθέσεις ανάμεσα σε Ιράν και Ισραήλ.
Ο Άσαντ έπεσε, εν μέρει, λόγω των πολέμων στον Λίβανο, όπως και στην Ουκρανία, που εξασθένησαν τη δύναμη της Χεζμπολάχ και κράτησαν απασχολημένες Μόσχα και Τεχεράνη. Αυτές ήταν οι δυνάμεις που στήριζαν όλα αυτά τα χρόνια το καθεστώς.
Τώρα Ιράν, Ρωσία, Ισραήλ, αραβικές κυβερνήσεις και οι ΗΠΑ—που διατηρούν τουλάχιστον 900 στρατιώτες στη χώρα—παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, ανησυχώντας ότι μια ταχεία κατάρρευση χωρίς σχέδιο διαδοχής θα μπορούσε να δημιουργήσει επικίνδυνο κενό με συνέπειες στις γειτονικές χώρες.
Οι Άσαντ, παρά τη μισητή τους φήμη, διατήρησαν μια ασταθή ισορροπία εξουσίας για χρόνια σε μια χώρα διχασμένη από αντικρουόμενες ομάδες ανταρτών και υπό την πίεση εξωτερικών δυνάμεων. Οι γειτονικές χώρες σπεύδουν να ενισχύσουν τα σύνορά τους για να αποτρέψουν ενδεχόμενες συνέπειες από τη σύγκρουση. Το Ισραήλ δήλωσε ότι ενισχύει τις δυνάμεις του στα Υψίπεδα του Γκολάν, περιοχή που συνορεύει με τη Συρία και βρίσκεται υπό ισραηλινή κατοχή από τον πόλεμο του 1967.
Η Συρία, αν και μικρή και φτωχή, διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στις διασυνδεδεμένες συγκρούσεις της περιοχής. Υπήρξε αγωγός όπλων προς τη Χεζμπολάχ και προώθησε την ιρανική επιρροή στα σύνορα του Ισραήλ. Επίσης, διατηρούσε—και χρησιμοποιούσε—χημικά όπλα, τα οποία τώρα, όπως φοβούνται πολλοί, μπορεί να πέσουν σε λάθος χέρια.
Η τακτική του Ερντογάν
Είναι ένα κενό που φιλοδοξεί να καλύψει η Τουρκία. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αν και επισήμως αρνείται ότι στήριξε την εκστρατεία των ανταρτών, είναι βέβαιο πως παρακολουθεί με χαμόγελο ικανοποίησης τις εξελίξεις. Άλλωστε προ ημερών ευχήθηκε να «προχωρήσει γρήγορα και χωρίς προβλήματα η επέλαση», λέγοντας ξεκάθαρα πως ο στόχος είναι η Δαμασκός.
Η εκστρατεία που οδήγησε στην πτώση του καθεστώτος Άσαντ ξεκίνησε από την Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ (HTS), μια ομάδα που έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική από τις ΗΠΑ και διοικείται από τον Αμπού Μοχάμεντ αλ-Τζουλάνι, ένα άτομο που στο παρελθόν είχε στενότατους δεσμούς με το Ισλαμικό Κράτος και την Αλ Κάιντα.
Η HTS ιδρύθηκε ως Μέτωπο αλ-Νούσρα, μία οργάνωση «θυγατρική» της Αλ Κάιντα, και χρηματοδοτείται από την Τουρκία. Τα τελευταία χρόνια, η ομάδα αυτή έχει δημιουργήσει ένα μικρό «κράτος» στη βόρεια επαρχία Ιντλίμπ της Συρίας. Ο Αλ Τζουλάνι την έχει μετατρέψει σε μια πειθαρχημένη δύναμη μάχης, με ιδεολογία που συνδυάζει τον ισλαμισμό και τον εθνικισμό.
Η Τουρκία έχει ιστορικά υποστηρίξει την αντιπολίτευση κατά του Σύρου Προέδρου Μπασάρ αλ-Άσαντ από την αρχή της εξέγερσης εναντίον του το 2011 και σήμερα υποστηρίζει τις συριακές ομάδες ανταρτών στον δικό της αγώνα κατά των Κούρδων μαχητών στα νότια σύνορά της. Θεωρείται από τους βασικούς χρηματοδότες και ευρύτερα «στήριγμα» της HTS.
Η «απουσία» Ρωσίας και Ιράν
Καθώς οι διάφορες ομάδες ανταρτών προχωρούσαν στη Συρία, συναντούσαν μικρή αντίσταση από τις δυσαρεστημένες δυνάμεις του καθεστώτος, οι οποίες αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από κακοπληρωμένους στρατιώτες που ήταν εξαντλημένοι μετά από πάνω από μία δεκαετία εσωτερικής σύγκρουσης. Η ταχύτητα της προέλασης των ανταρτών διευκολύνθηκε από αυτό που ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ Άμος Χοκστάιν περιέγραψε ως «θεαματική κατάρρευση» των συριακών ένοπλων δυνάμεων, οι οποίες δεν προέβαλαν αντίσταση.
Όσο η Τουρκία έπαιζε το δικό της παιχνίδι, το Ιράν και η Ρωσία, δεν έσπευσαν προς ουσιαστική υπεράσπιση του Προέδρου Μπασάρ αλ-Άσαντ. Υπήρξαν κάποιοι ρωσικοί βομβαρδισμοί, αλλά η αποτελεσματικότητά τους ήταν εξαιρετικά περιορισμένη. Αναλυτές σχολίαζαν πως υπήρξε μία περίεργη «απουσία» – ειδικά του Ιράν – που ουσιαστικά διευκόλυνε την πορεία των ανταρτών καθώς κατέλαβαν τις πόλεις Χάμα και Χομς και στη συνέχεια μπήκαν στην πρωτεύουσα, δηλώνοντας ότι την απελευθέρωσαν από τον Άσαντ. Η Τεχεράνη εμφανίζεται απολύτως «ηττημένη» σε πολλαπλά μέτωπα. Η Μόσχα φαίνεται να εστιάζει την προσοχή της αλλού. Αυτό δεν σημαίνει βεβαίως ότι δεν θα επιδιώξει να διατηρήσει ένα μέρος της επιρροής της.
Η «μεταμόρφωση» του Αλ Τζουλάνι
Ο Αμπού Μοχάμεντ Αλ Τζουλάνι έχει αποκοπεί από τους δεσμούς με Αλ Κάιντα και Ισλαμικό Κράτος εδώ και χρόνια – αφού δικός του στόχος ήταν αποκλειστικά η Συρία και όχι η ίδρυση ενός «χαλιφάτου» χωρίς εθνικά σύνορα. Χωρίς να έχει αρνηθεί την τζιχαντιστική του ταυτότητα, σήμερα, σε δημόσιες δηλώσεις του, θέλει να παρουσιάζει ως «μετριοπαθής». Δεσμεύεται μάλιστα να προστατεύσει τη θρησκευτική και εθνοτική ποικιλομορφία της Συρίας. Δεν έχουν πειστεί βεβαίως όλοι ότι αυτή η «μεταμόρφωση» παραμένει ειλικρινής.
Οι αντάρτες απελευθέρωσαν εκατοντάδες κρατουμένους από μια φυλακή που αποκαλείται «σφαγείο ανθρώπων» καθώς προχωρούσαν προς την πρωτεύουσα. Σύμφωνα με την Amnesty International, 13.000 άνθρωποι εκτελέστηκαν στη διαβόητη φυλακή Σαϊντάνια στα πρώτα έξι χρόνια της εξέγερσης το 2011. Πολλοί άλλοι πέθαναν από βασανιστήρια, πείνα και έλλειψη φαρμάκων.
Η τακτική του Τζουλάνι είναι όντως αρκετά διαφορετική από αυτή που ακολουθούσε το ISIS του Μπαγκντάντι στο Ιράκ, γνωστό για αποκεφαλισμούς και άλλες φρικαλεότητες κατά κατά των θρησκευτικών μειονοτήτων. Ο Τζουλάνι εξέδωσε διατάγματα διατάσσοντας την προστασία των χριστιανών και των σιιτών και απαιτούσε από τους άνδρες του να μην επιβάλλουν αντίποινα. «Στη μελλοντική Συρία, πιστεύουμε ότι η διαφορετικότητα είναι η δύναμή μας, όχι μια αδυναμία», ανέφερε στο τελευταίο τέτοιο διάταγμα πριν από περίπου 10 ημέρες.
Παρόλα αυτά ένας επικηρυγμένος στη Δύση τρομοκράτης είναι υποψήφιος για να γίνει ηγεμόνας της Συρίας. Μένει να φανεί εάν θα ολοκληρώσει έναν πολιτικό μετασχηματισμό από αυτούς που σπάνια παρατηρούνται στην περιοχή.
naftemporiki.gr